Το τρίο Alt -J, οι συσχετισμοί με το Δ και τα τρίγωνα, όπως και το τελευταίο τους “όνειρο”, είτε καταλήγουμε να τα εξηγούμε ως εμπορικό πλάνο, είτε ως επιτυχία έμπνευσης, το αποτέλεσμα δεν θα αλλάξει, μας τσιγκλίζει. Από τη σχολή Καλών Τεχνών που φοιτούν, μέχρι την μουσική τους απασχόληση, ο στόχος βρίσκει την αφορμή και η τεχνική την προσεγμένη επιμέλεια. Το “Tasetallate“, θα συνεχίσω να το κατατάσσω στην κορυφή της πυραμίδας, όταν όλο και περισσότερά τους τραγούδια, κατά την πάροδο των χρόνων, ενσωματώνονται στα playlists μου.
Τουτέστιν, το ξεκίνημα του δίσκου, “Bane”, τέρμα ψυχεδελικό, παίζει παρέα με το Highgate School Choir. Ο ήχος ανοίγματος από το κουτάκι της Cola κάνει εφέ, κιθαριστικά riffs σε blues ρευστότητα, ”I sold my soul… Ice cold black fuel”, με αναφορά στην παιδική άγνοια και έπαρση. Καθώς εξελίσσεται, συγχρονίζεται με το γκρουβ της indie σκηνής, όπου θα τους κατατάξεις στα γενικά, αν και Άγγλοι, το εσάνς από Αμερική. Οι οπερετικές, αέρινες φωνές στο background, προσεγγίζουν στην αναπαράσταση τη θεϊκή προέλευση, αφού συχνά γίνονται αναφορές. Στοιχεία από την funk, την soul, την folk και την gospel, όπως και φωνητικά hip-hop-αρίσματα, συναντούσαμε επίσης σε όλες τις δουλειές τους. Το “Hard Drive Gold”, δείγμα κατατεθέν του ήχου τους, στακάτο, μοιάζει να συστήνεται ως το hit του δίσκου. Η φωνή χορωδιακή, πατάει σε υψηλές κλίμακες, σχεδόν nerd-ικη, μα και αξιόλογη ταυτόχρονα. Διακρίσιμη for sure.
To “The Actor”, μοιάζει να είναι το επόμενο που θα με απασχολήσει επιπλέον, ”I’m in the deepest end of an empty pool’, αφού στέκεται συνειδητά απέναντι στην αλαζονεία, την απόγνωση και τον θάνατο, λίγο πριν το αγαπημένο “Chicago”, που το θεωρώ μαγικά αναπτυσσόμενο, ακριβώς όπως το ξεκινά, ”More together than alone”, έτσι γίνεται και στην πράξη. Τα beats δυναμώνουν σταδιακά, το μπάσο βαθύ, με το βιολί και το τσέλο να αλληλεπιδρούν, ώσπου κατακτούν ένα club-άτο, house vibe με μελωδία από πιάνο.
Αναφορές τέλους, μετά το ιδιαίτερο, παραδειγματικά “συμφωνικό” “Philadelphia”, η μπαλάντα του “Walk A Mile”, ”in my shoes” . Λίγο τα blues των χορδών και πολύ ο πόνος που βρίσκει κάτι στο φως, φέρνουν μαζί τους μια αγκαλιά. Και μια θεραπεία. Μέσω μιας πολύ άσχημης ιστορίας, “Losing My Mind”, ξετυλίγονται η διαστροφή, ο άνθρωπος, η κοινωνία ως παράγοντας, η σημασία της αποδοχής, η αίσθηση της ασφάλειας. ”Happiness is between two buns”.