Σάββατο, αρχίζει και νυχτώνει και μετράω τα λεπτά για να φύγω για Ρομάντσο κι εγώ όπως και τόσοι άλλοι. Φτάνω και οι μπάντες ακόμα κάνουν soundcheck, ο κόσμος δε καταφθάνει στο χώρο από πολύ νωρίς για να προλάβει να εξασφαλίσει ένα εισιτήριο και μου κάνει αρχικά εντύπωση. Όχι πως δεν περίμενα να γεμίσει ο χώρος ασφυκτικά, αλλά εδώ μιλάμε για ένα live που έγινε sold out σχεδόν αμέσως μόλις άνοιξαν οι πόρτες! Έξω κοσμοσυρροή, άφθονη μπύρα, “πηγαδάκια” και γκρίνια από όσους έφτασαν λίγο καθυστερημένοι και δεν κατάφεραν να μπουν. Μέσα σκοτάδι και καπνός που διαγράφει μόνο τις σιλουέτες του κόσμου που αρχίζει να γεμίζει το venue και το πρόγραμμα ξεκινάει.
Aνταπόκριση: Ελένη Αποστολάκου / Φωτογραφίες: Ιωάννα Κίτρου (περισσότερες εδώ)
Στη σκηνή ανεβαίνουν οι Sun Of Nothing, μια μπάντα που έχει καθιερώσει τη θέση της σαν μια από τις καλύτερες μπάντες της ελληνικής σκηνής και έχει κερδίσει φανατικούς οπαδούς όλα αυτά τα χρόνια. Δεν πρόκειται να κρύψω την τεράστια αδυναμία που έχω στον ήχο τους, αλλά εδώ δεν πρόκειται περί αυτού. Αντικειμενικά, είναι μια μπάντα που όσες φορές και να δεις live πάντα θα είναι σαν να τους βλέπεις πρώτη φορά (βοηθάει ίσως το γεγονός ότι δεν κάνουν συχνά live οπότε πάντα έχεις να περιμένεις την επόμενη φορά) και πάντα θα ανεβαίνουν στη σκηνή και θα φέρνουν το τέλος του κόσμου, όπως έγινε και το περασμένο Σάββατο. Με βάση τον post-metal ήχο, τη sludge αισθητική, τις black metal επιροές (ιδιαίτερα στα drums) και έναν frontman με φωνητικά που θα ζήλευαν και οι καλύτεροι black metal vocalists του κόσμου, οι Sun Of Nothing δημιουργούν μια ατμόσφαιρα σχεδόν μισανθρωπική και ξεκινούν να σου καταστρέφουν το μυαλό αργά και βασανιστικά, νότα με νότα. Στο live παρουσιάστηκαν κομμάτια από όλη τη δισκογραφία, μαζί με ένα καινούριο στο κλείσιμο και τον Ηλία μπροστά μαινόμενο σαν δαιμονισμένος. Το “κοπάνημα” στις μπροστινές σειρές δίνει και παίρνει, ο ήχος είναι σε γενικές γραμμές ικανοποιητικός (αν και έχουν και καλύτερες αποδόσεις στο ιστορικό τους) και πολλοί καταλήγουν να σκέφτονται πως θα μπορούσαν κάλλιστα να είναι αυτοί οι headliners της βραδιάς.
Μικρό διάλειμμα να πάρουμε μια ανάσα μέσα σε όλη την καπνίλα και με μια βόλτα προς τα έξω βλέπουμε τον κόσμο που δεν κατάφερε να μπει να στέκεται ακόμα εκεί ελπίζοντας να βρεθεί κάποια κενή θέση και να καταφέρει να δει έστω μια μπάντα. Και αυτό ακριβώς είναι ο ορισμός ενός πετυχημένου live, αν και δεν μου προκαλεί καθόλου εντύπωση μιας και οι δύο μπάντες είναι πραγματικά εκπληκτικές.
Μετά τη σύντομη διακοπή λοιπόν, ανεβαίνουν στη σκηνή οι Allochiria. Οι Allochiria είναι μια μπάντα που έχει αγαπηθεί πολύ από το Αθηναϊκό κοινό τα τελευταία χρόνια (ιδιαίτερα μετά το αριστουργηματικό album τους “Omonoia”) και αυτό δεν είναι καθόλου τυχαίο. Αν και μετρούν πολλές εμφανίσεις πλέον, ο κόσμος πάντα σπεύδει να τους ξαναδεί με την πρώτη ευκαιρία. Μπορεί το post metal/sludge να έχει γίνει πλέον καραμέλα, ωστόσο οι συγκεκριμένοι είναι από τις μπάντες που μέχρι στιγμής ξεχωρίζουν για τις φρέσκιες ιδέες τους και τον “δεμένο” ήχο τους και αυτό από μόνο του μάλλον θα τους κρατήσει στο προσκήνιο για καιρό. Όποιος τους έχει δει σε προηγούμενες εμφανίσεις ξέρει πως και αυτή του Σαββάτου ήταν άλλη μια άψογη εμφάνισή τους. Οπότε λέμε τα γνωστά και προχωράμε παρακάτω. Καλά προβαρισμένοι, με άνεση στη σκηνική τους παρουσία, “δεμένο” ήχο, επαγγελματισμό και με μια γλυκύτατη γυναικεία παρουσία στα φωνητικά που σε εκπλήσσει κάθε φορά με τις δυνατότητες της φωνής της στα sludge σημεία αλλά και στα περισσότερο “καθαρά” φωνητικά της, οι Allochiria φαίνεται να έχουν βρει το συσταστικό της επιτυχίας τους. Ατμοσφαιρικό post-rock με κινηματογραφική διάθεση που συνοδευόταν από αντίστοιχου τύπου οπτικό υλικό στο background, στοιχεία από αργόσυρτο doom και post sludge ξεσπάσματα που αφήνουν και ένα ηλεκτρονικό ίχνος, μας συνεπήραν για ακόμα μια φορά. Και όσο εγώ τους παρακολουθώ κάθε φορά να “ανθίζουν” στο χώρο, δεν μπορώ παρά να παραδεχτώ πως θα μπορούσαν να σταθούν επάξια σε σκηνές του εξωτερικού πλάι σε μπάντες όπως AmenRa ή Cult Of Luna.
Λυπάμαι για όσους έπεσαν στον “τοίχο” του “sold out” και δεν κατάφεραν να παρακολουθήσουν τις μπάντες, αν και κατά πάσα πιθανότητα θα τους ξαναδούμε σύντομα αμφότερους (και ελπίζω σε μεγαλύτερο χώρο με λίγο καλύτερο ήχο), οπότε καλό θα ήταν να εξασφαλίσετε τα εισιτήριά σας από νωρίς την επόμενη φορά.