“I am machine, a part of me, wishes I could just feel something”. Είναι ένας στίχος που άκουσα πρόσφατα από τον νέο δίσκο των Three Days Grace. Ωστόσο ο πρώην frontman των Three Days Grace, Adam Gontier το Σάββατο που μας πέρασε φρόντισε να μας υπενθυμίσει βροντοφωνάζοντας με το απαλό του γρέζι πως είναι ακόμη άνθρωπος με έντονες συναισθηματικές μεταβάσεις, που δεν διστάζει να αγαπά, να μισεί, να χάνει τον εαυτό του στα πλαίσια αυτών και εφόσον χάσει τον έλεγχο, να αποκτά ζωώδη ένστικτα. Μετά από όλα αυτά μας εξήγησε πως το τέλος έρχεται με την απόλυτη αδιαφορία προς αυτών που τον έκαναν να χαθεί για πάντα, καταφέρνοντας να βυθίσει στο τέλμα οτιδήποτε αρνητικό και να επανέλθει με ακόμη πιο ισχυρά εφόδια. Το φθινόπωρο έμελλε να ξεκινήσει ιδανικά με έναν πολυαγαπημένο άνθρωπο, μια μουσική οντότητα που κάποιοι περίμεναν χρόνια και κάποιοι άλλοι δεν φαντάζονταν ποτέ πως μετά την αποχώρηση του από τους Three Days Grace, η εμφάνιση του σε ελληνικό stage θα ήταν εφικτή. Ο Adam Gontier βρέθηκε στο stage του Κύτταρου, αντιμέτωπος με εκείνους τους ανθρώπους που κάποτε ταυτίστηκαν, όχι μόνο με την ειλικρίνεια των στίχων των “never too late”, “pain”, “I hate everything about you”, αλλά και με τα βιώματα ενός μουσικού που επέλεξε μέσα από την ψυχική εξουθένωση να δημιουργήσει μουσική, εκφράζοντας εκατομμύρια ανθρώπους.
Ανταπόκριση: Έφη Καραμουσάλη / Φωτογραφίες: Αργύρης Λιόσης (περισσότερες εδώ)
Η παρουσία μου στον χώρο του Kύτταρου από νωρίς. Γύρω στις 19:00 έφτασα αντικρίζοντας μια τεράστια ουρά από άτομα της γενιάς μου, περίμεναν με ανυπομονησία απλά να ανοίξει η είσοδος, νιώθοντας πως ένα από τα όνειρα τους θα πραγματοποιηθεί ακόμη πιο σύντομα. Ήδη όσοι είχαν προμηθευτεί το πολυπόθητο εισιτήριο “meet and greet”, βρίσκονταν στο πλάι του Adam Gontier για έναν σύντομο διάλογο. Ο Gontier δημιούργησε εξαιρετικές εντυπώσεις στους θαυμαστές του, μοιράζοντας φωτογραφίες, αφίσες και αυτόγραφα καθ’ όλη τη διάρκεια της συνάντησης τους. Εφόσον χαράχτηκε το venue του κύτταρου, πρώτη σκέψη ήταν να βρω θέση μια ανάσα μακριά του. Mission accomplished! Ο δείκτης του ρολογιού μου έδειχνε 21:02 ακριβώς, όταν τα φώτα χαμήλωσαν και εμφανίστηκε μπροστά μας μια ολόκληρη δεκαετία αναμονής!
Οι εξωτερικές αλλαγές πρωτοφανείς, ωστόσο αποτελεί μηδαμινής άξιας γεγονός. Ουσιαστικά εκείνη τη στιγμή αντικρίζαμε έναν άνθρωπο που μας έμαθε να εξωτερικεύουμε την εσωτερική μας πάλη μετατρέποντας την σε τέχνη. Ο Καναδός Adam Gontier έκανε μια εξαιρετική επιλογή κομματιών με τα όποια θα έντυνε τη set list της βραδιάς, που θα ερμήνευε με έναν μοναδικά ατμοσφαιρικό τρόπο. Κρατώντας απλά μια ακουστική κιθάρα, την αρχή θα έκανε με το “Better Place”, ένα κομμάτι από τη νέα του μπάντα, τους Saint Asonia. Το κοινό, ασυγκράτητο τραγουδούσε μαζί του “I will not forget, don’t burden me with all of your problems”. Η συνέχεια θα με ξάφνιαζε ευχάριστα, οι πρώτες νότες ήχησαν στα αυτιά μου και συνειδητοποίησα ότι θα ακούσω για πρώτη φορά live το “Home”, ίσως από τα πιο έντονα κομμάτια των Three Days Grace. Ο πανικός αναπόφευκτος, στα μάτια του φαντάζαμε ναρκοπέδιο, ήταν θέμα χρόνου να εκραγούν εξαγριωμένα ένστικτα και συναισθήματα μόνο στο άκουσμα των στίχων “You always disappear even when you’re here, this is not my home”. Τα φωνητικά εξαιρετικά, με τις εναλλαγές από βελούδινα σε πιο hard να μας αφήνουν άφωνους.
Ζούσαμε την απολυτή στιγμή, άλλη μια φορά ο χρόνος πάγωσε τη στιγμή όπου από την ακουστική του κιθάρα ακούσαμε τα riffs των “Get out alive” και “Lost in you”. Αποκτήσαμε κακές συνήθειες ως άνθρωποι, μια από αυτές είναι αυτή της επιτηδευμένης λήθης και του σκότους. Ο άνθρωπος μετουσίωσε το φως σε σκοτάδι, γιατί τον βόλεψε να έχει κλειστά τα μάτια, τον βόλεψε να ξεχνά να ζει και να παλεύει για την επιβίωση. Ο Adam Gontier ήρθε στη χωρά μας για να μας υπενθυμίσει πως αν θέλουμε να μείνουμε ζωντανοί πρέπει να τρέξουμε, γι αυτό να πασχίσουμε, δεν υπάρχει χρόνος για αντίο. Ερμήνευσε το “Get out alive” ηλεκτρίζοντας μας μόνο με μια κιθάρα και με τόσο εξαγριωμένα λόγια. Δεν άφησε περιθώρια για κάτι λιγότερο, η σκηνική του παρουσία άψογη και η απώλεια μπάντας μηδαμινής άξιας. Η συνέχεια έμελλε να είναι άκρως συγκινητική. Ακούω ξαφνικά “I try to make it through my life, in my way, there’s you” , προσπάθησα να συγκρατηθώ αλλά ήταν ήδη πολύ αργά. Ένα κομμάτι που μιλά μέσα μου, εξελισσόταν μπροστά μου με τον πιο ιδιαίτερα συναισθηματικό τρόπο που θα μπορούσε. Το “I don’t care” έγινε αντιληπτό από όλους μας βροντοφωνάζοντας σε όλα εκείνα που δεν θα ξαναγυρίσουν πίσω, πως ορκιζόμαστε ότι δεν μας ενδιαφέρει πια. Δεν ξέρω κατά ποσό το πιστεύαμε, αλλά σίγουρα νιώσαμε την ιδία ικανοποίηση με τότε. Ήταν η ιδανική στιγμή όπου κάπου νομίσαμε ότι είδαμε ένα γνώριμο πρόσωπο σε συνδυασμό με την ατμοσφαιρική αρμονία των φωνών μας, η μοναδική μας επιθυμία ήταν να μη σταματήσει να τραγουδά ο Adam. Κατάφερε να μας αφυπνίσει, να μας πάρει με τα ιδία του τα χέρια και να μας θέσει σε μια κινητική κατάσταση, σε μια επιταχυνόμενη κατάσταση.
Σημείο αναφοράς, οι πρώτες νότες της κιθάρας του. Μας έπεισε να παλέψουμε για αυτά που είχαμε κάποτε, να τα πάρουμε πίσω όπως έκανε και ο ίδιος, ένας άνθρωπος ο όποιος πάλεψε και μέσα από την ψυχική του εξουθένωση δημιούργησε τέχνη, μουσική που εξέφρασε έμενα και εκατομμύρια άλλους ανθρώπους. Δεν θα αργήσουν οι διασκευές “Black” από Pearl Jam, Chris Isaak “Wicked Game” και “Breakin’ the Habit”. Το “Black” μια εξαιρετική διασκευή που συνηθίζει να παίζει live, με τα φωνητικά του να παραμένουν σε ασφαλή πλαίσια διατηρώντας τη δυναμική τους. Ανύπαρκτη προσπάθεια μίμησης του Eddie Vedder, παρέμεινε το βελούδινο γρέζι του, διχάζοντας μας. Η στιγμή που τραγουδούσε ήταν τόσο μοναδική που δε θέλαμε να τη χάσουμε, αλλά από την άλλη η επιθυμία μας να τραγουδήσουμε εξωτερικεύτηκε τόσο έντονα όταν ακούγαμε ότι «ο κόσμος μας έγινε μαύρος».
Την στιγμή που η συναισθηματική μας πάλη και εφηβική οδύνη άρχισαν να αιωρούνται στην ατμόσφαιρα. Κατάφερε να εισβάλει στην ψυχοσύνθεση μας και κάνει ιδιοκτησία του έναν διφορούμενο κόσμο. Μια γένια που δεν ξεχνά γιατί απλά δεν παραιτήθηκε, προσπάθησε, δοκίμασε μέχρι που εξουθένωσε το εσωτερικό της. Κάπου στο κοινό ακούστηκαν λόγια «για τον Eddie…», λόγια σεβασμού προς αυτή τη προσωπικότητα. Ωστόσο ο Adam κέρδισε τον σεβασμό, εξαιτίας της χαρισματικής του μοναδικότητας. Φαντασιώσεις δίχως λογική βάση, ελπίδες που πήραμε και μας έφθειραν, μια ωδή στη σκληρότητα της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Εφόσον έχεις υποστεί την συναισθηματική φθορά, τον μηδενισμό κάθε ρομαντικού στοιχείου φτάνεις στο σημείο να πεις “I feel so much better, now that you’re gone forever”. Στιγμή όλων ήρθε στο “Gone forever” με τον Adam να είναι πιο επικοινωνιακός από ποτέ, μας άφησε μερικά δευτερόλεπτα να το τραγουδήσουμε μόνοι μας μέχρι να σκουπίσει τον ιδρώτα του. Ήταν συγκινητικά όμορφο για εκείνον να συνειδητοποιεί την δυναμική και την επιρροή που ασκεί ακόμη, με κομμάτια που θέλουμε να ακούμε μόνο από τη δική του φωνή. Το χαρακτηριστικό riff ίσως της πιο εμπορικής επιτυχίας των Three Days Grace, υπήρξε ικανό να αναστατώσει τους πάντες.
Λατρέψαμε να μισούμε, ενώ εξακολουθούμε να αγαπάμε. Ο πιο διχασμένος στίχος στην ιστορία αυτής της μπάντας, που με μανία ακούσαμε κάποτε, θα ακούγαμε εντός ολίγων δευτερολέπτων live. Το “I hate everything about you” εκτελέστηκε άψογα με τα αναλλοίωτα φωνητικά να χαράζονται βαθιά μέσα μας. Η μανία του κοινού να θέλει να φωνάξει μαζί με τον Adam ότι μισεί, ότι αγαπά ήταν τρομακτικά όμορφη. Μέσα από αυτή την ερμηνεία διατήρησε τον ορό «είμαι άνθρωπος και όχι μηχανή», όλα όσα θέλαμε να εκφράσουμε ξαφνικά διαδραματίστηκαν μπροστά μας. Πώς να μην αισθανθούμε τα vibes του όταν «τολμά» να μας υπενθυμίσει όλα αυτά που έφυγαν, τον χρόνο που χάθηκε, τον θυμό που διατηρήσαμε έως και σήμερα. Το εσωτερικό μας εξερράγη, και ήταν όλο δικό του, του ανήκε δικαιωματικά. Θυμωμένα νιάτα με την ακλόνητη μελαγχολία στα μάτια.
Δυστυχώς το τέλος μιας sold out συναυλίας ήταν αναπόφευκτο. Το αναμενόμενο encore έλαβε χωρά στις 22:05 με το εκστασιασμένο κοινό να παραληρεί και να ταρακουνά ολόκληρο το Κύτταρο. Αυτό ήταν αποτέλεσμα του αγαπημένου μας Καναδού, ο όποιος δεν θα μπορούσε να καταφέρει κάτι λιγότερο από τον πανικό. Ίσως η απολυτή εξαγρίωση να είναι μια έννοια ανίσχυρη μπροστά σε αυτό που έγινε όταν έπαιξαν τα “Pain”, “Animal I’ve Become” και “Never Too Late”. Η αισιοδοξία του “Never Too Late” πλαισίωσε δυο κομμάτια που εκφράζουν τον πόνο, την απελπισία και τέλος το αδιέξοδο στο όποιο μπορεί να φτάσει η υπομονή, η λογική και το συναίσθημα ενός ανθρώπου. Είναι κομμάτια που ο ίδιος έγραψε βιώνοντας καταστάσεις ψυχικής ανισορροπίας, καταστάσεις που χρησιμοποίησε και μετουσίωσε την αδράνεια του σε τέχνη, το σκότος σε φως, την οδύνη σε γαλήνη… Η ώρα ήταν 10:15 όταν ο Adam Gontier αποχώρησε από το stage. Μας ευχαρίστησε όντας ενθουσιασμένος με την ανταπόκριση μας, λαμβάνοντας το πιο θερμό χειροκρότημα.
Για τον Adam Gontier θα είμαστε η γενιά που τον κοίταξε κατάματα και στηρίχτηκε σε αυτό. Μια συναυλία που εξάντλησε όλα τα εισιτήρια της, καθώς η ανταπόκριση του κοινού ήταν τεράστια. Ταυτιστήκαμε και αναβιώσαμε. Αν και ο χρόνος δεν μπορεί να γυρίσει πίσω καταφέραμε να ταξιδέψουμε κλείνοντας τα μάτια σε μια εποχή, όπου οι μορφές που μπορεί να πάρει μια τσακισμένη οντότητα, την έκαναν να μοιάζει τρομακτικά δύσκολη. Η μουσική είναι ένας τρόπος να σε βγάλει από τα αδιέξοδα και να σε ωθήσει στον δρόμο της εξέλιξης. Αυτό μας έμαθε ο Adam Gontier, γι’ αυτό και αγαπήσαμε οτιδήποτε τον αφορά, σίγουρα ποτέ δεν είναι αργά να βρεις τον αυτοσεβασμό να ανθίσεις και να δεις τον κόσμο ανθρώπινα, όχι με τα ζωώδη ένστικτα που μας περιέγραψε στο “Animal I’ve become”. Μια εκπληκτική ακουστική συναυλία που μας προκάλεσε το δέος και την νοσταλγία που έπρεπε. Ελπίζω πως θα ξανασυναντηθούμε!