Ένας από τους μεγαλύτερους φόβους κάθε ρατσιστή και κάθε φασιστή, είναι να στρέψει το βλέμμα του ψηλά στον ουρανό, όπως μας ωθούν οι Electric Litany να σκεφτούμε, μέσα από το video για το single “Refugee (Under A Common Sky)”, από την τρίτη τους, νέα δισκογραφική δουλειά “Under A Common Sky”. Γιατί εκεί, δεν υπάρχουν σύνορα. Κι αν κάποιοι έχουν βαλθεί να οριοθετήσουν τους ανθρώπους ακόμη και στον ουρανό, σίγουρα αδυνατούν να «χαράξουν» κάτι παραπάνω πέρα από μερικές νοητές γραμμές. Λίγο πριν την επικείμενη συναυλία τους μπροστά στο αθηναϊκό κοινό, στο Gagarin, την Παρασκευή 25 Οκτωβρίου, οι Electric Litany μίλησαν στη Λουίζα Σολομών-Πάντα, για το πώς τα κοινωνικοπολιτικά τεκταινόμενα στη Μεγάλη Βρετανία έχουν επηρεάσει την καθημερινότητα και τα μελλοντικά τους σχέδια ως συγκρότημα, για το Abbey Road, τους Interpol, αλλά και για όσα έχουν καταφέρει να υλοποιήσουν εντός της δωδεκάχρονης «πειραματικής», ευλαβικής προς τη μουσική πορείας τους.
Από την κυκλοφορία του πρώτου σας album, “How To Be A Child And Win The War”, μέχρι σήμερα, σχεδόν δέκα χρόνια μετά και εν αναμονή της επίσημης κυκλοφορίας του τρίτου σας LP “Under A Common Sky”, τι θα λέγατε πως έχει διαφοροποιηθεί τόσο στον τρόπο ζωής σας, όσο και στη δημιουργική διαδικασία που ακολουθείτε ως μουσικοί;
Όσον αφορά την προσωπική μας ζωή, αρκετά πράγματα έχουν σαφώς αλλάξει εντός αυτής της δεκαετίας. Μπορεί να έχουμε πλέον αποκτήσει περισσότερα μουσικά όργανα και να έχουμε έναν μόνιμο χώρο για τις πρόβες μας, ωστόσο η δημιουργική διαδικασία έχει παραμείνει σε μεγάλο βαθμό ίδια. Βασική ιδέα και κύριο μέλημά μας, είναι να παραμείνουμε αληθινοί και αυθεντικοί απέναντι στους εαυτούς μας και τους fans μας.
Μιλήστε μου για την στιχουργική και ηχητική κατεύθυνση του νέου σας album, “Under a Common Sky”.
Το νέο μας album θα λέγαμε πως χαρακτηρίζεται από μία πιο σχολαστική προσέγγιση συγκριτικά με την προηγούμενη δουλειά μας. Κατά το διάστημα της δημιουργίας του, αφιερώσαμε περισσότερο χρόνο ακούγοντας, τροποποιώντας, αντανακλώντας και «εκλεπτύνοντας» κάθε κομμάτι. Δε θέλαμε να διογκώσουμε και να φορτώσουμε τα tracks με πάρα πολλές πληροφορίες, ώστε να επιτευχθεί μία προσεκτική ισορροπία.
Το mastering των albums “How To Be A Child And Win The War” και “Enduring Days You Will Overcome”, έγινε στο Abbey Road, ένα θρυλικό μέρος που για πολλές μπάντες, ειδικά στην Ελλάδα, φαντάζει ανέγγιχτο. Πώς καταφέρατε να «διαβείτε τις πόρτες του» και τι σημαίνει αυτό το μέρος για εσάς;
Το Abbey Road, «κουβαλάει» μία απίστευτη ιστορία και στις δύο επισκέψεις που πραγματοποιήσαμε, ήμασταν σίγουρα πολύ ενθουσιασμένοι. Ωστόσο, εξακολουθεί να αποτελεί μία επιχείρηση, που είναι διαθέσιμη και προσβάσιμη προς όλους. Επομένως, δε θεωρούμε πως πετύχαμε κάποιο επίτευγμα. Ήταν απλώς μία επιλογή που κάναμε, προκειμένου να διασφαλίσουμε ότι το mastering θα γίνει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Η ιστορία της προσωπικής μετάβασης του Αλέξανδρου από την Κέρκυρα στην Αγγλία, αλλά και η μετέπειτα γνωριμία και συγκρότηση των Electric Litany, θα λέγαμε πως ενσαρκώνει το rock ‘n’ roll όνειρο. Πώς βιώνετε την εξάπλωσή σας στη βρετανική σκηνή και πέρα από αυτή, και πώς «μεταφράζεται» για ‘σας το rock ‘n’ roll;
Σίγουρα δεν είμαστε rock ‘n’ roll stars και ποτέ δεν αντιμετωπίσαμε τους εαυτούς μας ως άτομα που γράφουν και παίζουν μουσική με σκοπό να γίνουν αστέρες του rock ‘n’ roll. Κοιτάζοντας την ιστορία της μετάβασης από την Κέρκυρα στο Λονδίνο εκ των υστέρων, πρόκειται για μία από τις πολλές επιλογές που κάναμε στη ζωή μας, χωρίς να γνωρίζουμε πού τελικά θα καταλήξουμε μέσα από αυτές. Μέχρι εδώ, είμαστε καλά!
Το να παίξεις στο πλευρό των Interpol, είναι για πολλά συγκροτήματα ένα επίσης μεγάλο όνειρο, το οποίο εσείς υλοποιήσατε. Τι θεωρείτε πως έπαιξε ρόλο στο να καταφέρετε κάτι τέτοιο;
Αυτό που πιστεύουμε πως έπαιξε σημαντικό ρόλο, ήταν η προετοιμασία και η μετέπειτα υποδοχή και θερμή αποδοχή του πρώτου μας album από το κοινό. Ήταν η περίπτωση της σωστής ευκαιρίας, την κατάλληλη χρονική στιγμή για ‘μας. Πάντα αποτελεί μία υπέροχη στιγμή το να επιτυγχάνεις να συνδυάζεις τα solo shows με τη συμμετοχή σου ως support act σε άλλα, μεγάλα shows.
Πόσο έχουν επηρεάσει την καθημερινότητά σας, αλλά και το έργο σας το brexit και τα γενικότερα κοινωνικοπολιτικά τεκταινόμενα στην Αγγλία;
Βρισκόμαστε σε μεγάλο βαθμό στο σκοτάδι ακόμη σε ό,τι αφορά το Brexit. Το κύριο ζήτημα, είναι πως είναι δύσκολο να υλοποιήσουμε οποιαδήποτε σταθερά και βέβαια μελλοντικά σχέδια, έχοντας αυτούς τους γαμημένους βλάκες στο Κοινοβούλιο. Οι χειρότερες εξελίξεις πιθανώς πρόκειται να έρθουν και δεν γνωρίζουμε πώς αυτές θα μας επηρεάσουν τόσο ως συγκρότημα, όσο και ως άτομα που εργάζονται στο Ηνωμένο Βασίλειο. Πιθανότατα να χρειαστεί να μεταφερθούμε.
Τι σας λείπει περισσότερο από τη ζωή σας στην Ελλάδα και τι είναι αυτό για το οποίο χαίρεστε που ζείτε χωρίς την παρουσία του;
Μας λείπουν ιδιαίτερα οι φίλοι μας, οι οικογένειές μας και πολλές, ξεχωριστές φυσιογνωμίες ανθρώπων από την πόλη μας. Παρ’ όλα αυτά, χαιρόμαστε που ζούμε απαλλαγμένοι από την παρουσία «σκουληκιών», όπως ο Μπογδάνος, αν και υπάρχουν αρκετοί απ’ αυτούς, διάσπαρτοι σε όλον τον κόσμο στις μέρες μας.
Ποια είναι η γνώμη σας για τα σημερινά συγκροτήματα της ελληνικής rock σκηνής; Υπάρχουν μπάντες που να έχετε ξεχωρίσει και για τις οποίες να έχετε ακούσει να μιλάνε στην Αγγλία;
Η αλήθεια είναι πως δε διατηρούμε στενή επαφή με τα δρώμενα της ελληνικής σκηνής λόγω του ότι ζούμε στο εξωτερικό, ωστόσο σαφέστατα ανά διαστήματα κάνουν την εμφάνισή τους πολύ ενδιαφέροντα acts. Το τελευταίο ελληνικό album που θυμόμαστε και το οποίο λατρεύουμε, είναι “Το Ποτάμι” του Γιάννη Μουρτζόπουλου και του Χρίστου Λάσκαρη. Φυσικά θαυμάζουμε πολύ και ακούμε ακόμη και τα δύο «μνημειώδη» ελληνικά συγκροτήματα, τους Κόρε Ύδρο και τις Τρύπες.
Η rap και trap μουσική, βρίσκεται στο επίκεντρο της προσοχής παγκοσμίως εδώ και ορισμένα χρόνια. Το τελευταίο διάστημα όμως, η βρετανική και ιρλανδική post-punk σκηνή ανθίζουν και πάλι. Μπάντες όπως οι Idles, Shame, Fontaines D.C., The Murder Capital, διανύουν το “momentum” τους. Πιστεύετε ότι ήρθε η ώρα για το rock ‘n’ roll, να εντυπωσιάσει τον κόσμο με μια μεγάλη «επιστροφή»; Υπάρχουν βρετανικά συγκροτήματα μπορούν να το πετύχουν αυτό;
Θα ήταν προφανώς υπέροχο να συμβεί κάτι τέτοιο, ωστόσο δύσκολο να το προβλέψουμε. Με όλα όσα συμβαίνουν στο Ηνωμένο Βασίλειο, έχει σίγουρα διαμορφωθεί ένα κλίμα που ευνοεί το επαναστατικό, δυνατό και εξαγριωμένο rock. Αυτό που απομένει να δούμε, είναι το ποιοι ακριβώς θα είναι οι εκπρόσωποι αυτού του κλίματος.
Ποια είναι η γνώμη σας για την κατεύθυνση της μουσικά γενικότερα στις μέρες μας;
Η εξάρτησή μας από τις κινητές συσκευές, αλλά και το music streaming, έχει αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι βιώνουν την εμπειρία τους με τη μουσική, προς το χειρότερο. Το διάστημα της προσοχής των ανθρώπων και ο χρόνος που αφιερώνεται για την ακρόαση, είναι μικρότερος, καθώς αποζητάμε την άμεση ικανοποίηση, με το διαθέσιμο περιεχόμενο που προσφέρεται να είναι άφθονο. Αυτό φυσικά γίνεται πιο δύσκολο, όταν πρόκειται για υλικό που είναι πιο δυσκολόπεπτο ή απαιτεί περισσότερη υπομονή και προσοχή στην ακρόαση. Δέκα η δεκαπέντε χρόνια πριν, δεν είχαμε τις πλατφόρμες που έχουμε τώρα στη διάθεσή μας, οι οποίες φυσικά έχουν και οφέλη. Το YouTube, το Spotify κλπ., μας βοηθούν να εξαπλώσουμε τη μουσική μας και να προσεγγίσουμε ανθρώπους ανά τον κόσμο.
Στο πρόσφατο video σας για το κομμάτι “Sealight”, έχετε συνεργαστεί με μία μεγάλη ομάδα ανθρώπων, γεγονός που φανερώνει την αξία που δίνετε στην οπτικοποίηση των τραγουδιών. Μιλήστε μου για τη γενικότερη αισθητική που συνοδεύει τα κομμάτια σας.
Όταν πρόκειται για τις συνεργασίες που συνάπτουμε, είμαστε πολύ αυστηροί και επιλέγουμε σκηνοθέτες και καλλιτέχνες οι οποίοι διακατέχονται από σιγουριά και αυτοπεποίθηση για το όραμά τους. Είμαστε επίσης «αδίστακτοι». Η οπτικοποίηση ενός κομματιού πρέπει να έχει νόημα, να μας επηρεάζει με κάποιον τρόπο. Με το Sealight η όλη διαδικασία λειτούργησε τόσο καλά, επειδή βρήκαμε και δουλέψαμε με τον κατάλληλο σκηνοθέτη, τον Sakari Lerkkanen και πιστέψαμε στο όραμά του, το οποίο και ταίριαξε με την αισθητική μας.
Τι να περιμένουμε από εσάς με την worldwide κυκλοφορία του Under A Common Sky;
Ελπίζουμε να συνεχίσουμε να πραγματοποιούμε live εμφανίσεις και να τις κάνουμε ακόμη πιο τακτικές. Αυτή την περίοδο προσεγγίζουμε ακροατήρια σε χώρες στις οποίες δεν έχουμε παίξει ποτέ και τώρα έχει έρθει η ώρα να τις επισκεφθούμε. Γνωρίζουμε ότι υπήρξε ένα μεγάλο κενό μεταξύ των κυκλοφοριών μας, οπότε θέλουμε να επιστρέψουμε στη δουλειά, ώστε να έχουμε νέες ηχογραφήσεις το συντομότερο δυνατόν.