Με αφορμή τη ζωντανή παρουσίαση του νέου της EP, την Τετάρτη 31 Μαΐου, στη σκηνή του six d.o.g.s, η Lia Hide μιλά στην Αναστασία Παπαδάκη και το Rockin’Athens για το “Everyone Seems to Know Who I Am”, τον πρόσφατο διαγωνισμό του Jumping Fish και τα social media.
Λίγο μόλις καιρό μετά το “Rembrandt” επανέρχεσαι με ένα EP, το “Everyone Seems to Know Who I Am”. Γιατί τόση ανησυχία; Έκανε κιόλας τον κύκλο του το “Rembrandt”; Δεν κρατιέσαι μου φαίνεται.
Αυτό ναι! Αλλα μάλλον η ιστορία πάει backwards. Το EP ήταν έτοιμο όταν μου ζητήθηκε η συμμετοχή στην τριάδα του Jumping Fish, και αφού έμαθα για την πρόταση της Μαίρης Συνατσάκη, πρότεινα, αντί για κάποιο κομμάτι από τον πρώτο μου δίσκο, να βάζαμε κάτι από αυτόν που θα κυκλοφορούσε, άμεσα (τώρα, Δεκέμβρη το Jumping Fish, Μάιο, τέλη, η κυκλοφορία, δεν το λές και άμεσα, αλλά όταν κάνεις self release, κάποια πράγματα πρέπει να τα μάθεις από την αρχή, και παίρνει χρόνο)!
“Everyone Seems to Know Who I Am” λοιπόν. Βιαστικό λίγο το συμπέρασμα όχι; Μου φαίνεται κάπως εσωστρεφής η μουσική και η παρουσία σου για να ισχυριστούμε κάτι τέτοιο. Μήπως ο τίτλος εκφράζει μια εσωτερική σου ανησυχία που εν τέλει σε οδηγεί στην εσωστρέφεια;
Είναι λίγο κυνικός. Όχι, βασικά, είναι πέρα ως πέρα κυνικός. Από τα χρόνια που έκανα την electronica δισκογραφία, μέχρι και την πρόσφατη (2011-σήμερις) συνεργασία μου με την ΕΜΙ, έχω ακούσει το κοντό και το μακρύ (κυρίως το μακρύ) του καθενός. Οι φήμες που με θέλουν πλούσια και να το κάνω από γούστο μου, γιατί, τι άλλο να κάνω με τα λεφτά μου, είναι οι πιο ξεκαρδιστικές. Όλοι αυτοί που ξέρουν καλύτερα από μένα τι μου πάει και τι δεν μου πάει να τραγουδήσω, και αν πως θα έπρεπε να ειμαι στην σκηνή, πόσα κιλά να χάσω, τι χρώμα μου πάνε τα μαλλιά μου και τα μυαλά μου, όλα αυτά, γενικά, με κάνανε να σκάσω, οπότε, εβγαλα τον δίσκο έτσι, καθαρά από γινάτι. Επίσης, ο πρώτος προσωπικός είχε πολύ μπανάλ τίτλο (“Home”) και είπα να γίνω λιγο πιο απρόβλεπτη. Η αλήθεια είναι ότι αυτή η δουλειά ξεκίνησε σαν full album και ο τίτλος ήταν ακόμα πιο μεγάλος, αλλα επιφυλάσσομαι, καθότι δεν θα αργήσει και αυτού η κυκλοφορία (του full-album-με-τεράστιο-τίτλο).
Εν τέλει η Lia Hide είναι ένας εσωστρεφής ή ένας εξωστρεφής καλλιτέχνης;
Η Λία είναι γενικά πολύ εξωστρεφής άνθρωπος και πολύ αυθόρμητη. Σαν τραγουδοποιός, είναι μάλλον σκοτεινά εσωστρεφής. Σαν perfomer, θα ήθελε πολύ να είναι εξωστρεφής, αλλά το παραμικρό τεχνικό δύσκολο-να-γίνει, την κάνει να μαζεύεται. Θα χρησιμοποιήσω εδώ τα λόγια του drummer μου, και συνοδοιπόρου μου εδώ και 20 χρόνια, μουσικά, του αγαπημένου μου Γιώργου Ράδου, που σε μια πρόβα μου είπε: Mου λείπει να σε δω να είσαι στο stage όπως ήσουν όταν είμαστε 19 και δεν σε ένοιαζε τίποτα. Ε, και εμένα μου λείπει…
Εδώ έρχεται το μεγάλο ερώτημα. Εσωστρέφεια και show biz πάνε μαζί ή όποιος είναι εσωστρεφής θα έπρεπε να κάνει μουσική για τον εαυτό του;
Δεν ξέρω… O Frusciante θα είχε την δυνατότητα να κάνει τις εσωστρέφιές του αν δεν ήταν πριν το RHCP? Ο Vedder? Νομίζω ότι περνάς από όλα τα στάδια. Αλλά, μικρή στάση εδώ, η show biz δεν με αφορά, το να μπορώ να παίζω την μουσική μου, να την ηχογραφώ, την βγάζω εκεί έξω, με νοιάζει. Αν με ενδιέφερε, θα είχα μάλλον παραμείνει στην ασφάλεια της προηγούμενης δισκογραφικής μου ιδιότητας, που ήταν αν μη τι άλλο, πιο καλά αμειβόμενη (είχαμε την τύχη να ζήσουμε πολύ καλά, οικονομικά, χρόνια, όταν δισκογραφούσαμε chill out και τέτοια), πολύ λιγότερο κουραστική, πολύ safe στιχουργικά, και πολύ ανέξοδη συναισθηματικά, και τα ρίσκα δεν ήταν αποκλειστικά δικά μου. Η αλήθεια είναι ότι αυτούς που κάνουν μουσική μόνο για τον εαυτό τους, δεν τους πολύκαταλαβαίνω, αφού θεωρώ πως ο μουσικός πρέπει να αφουγκράζεται την εποχή του, και να τον αφορά και να το κάνει πράξη. Αλλά καταλαβαίνω ότι για κάποιους λειτουργεί ως προσωπική τους ψυχοθεραπεία, οπότε… so be it.
Πώς βλέπεις γενικά το όλο concept της προβολής της προσωπικής ζωής των καλλιτεχνών, ειδικότερα στην έκταση που έχει πάρει αυτό με τα social media; Αλλάζει λίγο το τοπίο χάρη σε αυτό το γεγονός;
Δεν το βλέπω αρνητικό σίγουρα. Σε αντίθεση με τα reality, στα οποία είμαι εντελώς αντίθετη, θεωρώ ότι τα social media είναι ένα νέος τρόπος ζωής, και ως τέτοιος, νομίζω ότι δεν γίνεται διαφορετικά. Φυσικά, και ο καθένας έχει δικαίωμα να έχει η να μην έχει επαφή με αυτά, αλλά απάντησα πριν λίγο πως θεωρώ πως ο καλλιτέχνης (και γενικά ο κοινωνικός πολίτης) έχει χρέος να ζει στην εποχή του. Ακόμα και αυτός που παίζει Dowland και βιόλα da gamba. Το αστείο είναι πως πολύ κόσμος (συνάδελφοι, εννοώ) βρίσκει καλή κρυψώνα πίσω από το προφίλ του και λέει “ό,τι του φανεί του Λωλοστεφανή”, και ανάλογα αντιδρά και ο κόσμος του, αλλά και πάλι, όλο αυτό είναι μία νέα τάξη πραγμάτων. Και αν θες να είσαι μέρος της καθημερινότητας, πρέπει να συμμερίζεσαι τους ρυθμούς της και τα εργαλεία της (πχ social media). Με τα social media το καλό είναι ότι μπορείς να έχεις επαφή με πολύ κόσμο, και είναι στο χέρι σου να είναι ειλικρινείς επαφή. Έχεις επίσης τον τρόπο να δηλώσεις ότι είσαι ό,τι θές (πω, πω… μπιχτές!) μέχρι να σε πάρουν χαμπάρι (που μπορεί να μην γίνει και ποτέ) και αναλόγως να κερδίζεις εντυπώσεις, να ανήκεις σε κλίκες, και κάστες κλπ κλπ. Αν κάτι θεωρώ κακό με τα social media, είναι ότι το κοινό επαναπαύεται και δεν βγαίνει εκεί έξω να έρθει να μας δει, και περιμένει από τις φωτογραφίες και το live streaming να μάθει πως πήγε και να εκφέρει και άποψη. Αλλα έτσι πάνε αυτά. You win some, you lose some.
Έχεις λοιπόν εμφανιστεί στο παρελθόν μαζί με τους Tricky, Anneke Van Giersbergen και άλλους. Ποια εμπειρία από αυτές ήταν η πιο σημαντική και γιατί;
Και με Kovacs, Molly Nilsson, Keep Shelly in Athens, Joseph Van Wissem, KBHTA, Sleepin Pillow… Γενικά ήμουν πολύ τυχερή που μου εμπιστεύτηκαν όλες αυτές τις εμφανίσεις. Ήταν όλες πολύ ιδιαίτερες και σημαντικές και καμία δεν υποσκιάζει την άλλη. Για μένα προσωπικά, νομίζω ότι η πιο… διασκεδαστική ήταν με τον Tricky, αφού ήταν τόσο όμορφο αυτό το πατάρι του Fuzz και στάθηκε αφορμή να έρθει στην ζωή μου ο καινούριος μου συνεργάτης Aki’Base στο μπάσο (που γνωριστήκαμε στην Μolly Nilsson, get it?) και ο Γιώργος Κωστόπουλος που τελεί πλέον χρέη stage ηχολήπτη και είναι ένας πραγματικός φίλος.
Τι είναι αυτό που κάνει ξεχωριστή την εμφάνιση της 31 Μαϊου στο six d.o.g.s;
Καταρχάς είμαι πάρα πολύ χαρούμενη που θα παίξουμε με τους Foam, νέο project του αγαπημένου Ντένη Μόρφη, που επί 2 χρόνια ανέχτηκε και μένα, παίζοντας στο σχήμα μου, και τον εκτιμώ απεριόριστα. Κατά δεύτερον, το νιώθω πολύ οικείο το stage καθότι έχουμε εμφανιστεί σχεδόν μια δεκαριά φορές, πλέον εκεί, και κατά τρίτον, είναι άτυπα, αλλά ουσιαστικά, η παρουσίαση του EP που μας πήρε πολύ καιρό να γίνει, αλλά και του νέου σχήματός μου, αφού πλέον υπάρχει νέο αίμα στην μεριά της κιθάρας, ο υπερ-σουπερ-ντουπερ-φανταστικός Πάνος Παπαζογλου (Johny Carbonaras, Fuku Astronaut, Underwater Chess και τόσα πολλά), που ήταν ένα θεόσταλτο (όχι δεν είμαι θρήσκα) δώρο από την συμπρωτεύουσα.
Δεν ξέρουμε πολλά για τους Foam, τη μπάντα που εμφανίζεται μαζί σας. Θες να μας πεις δυο λόγια;
Ωχ! Μόλις τα είπα! Αλλά να, θα πω κι άλλα. Την πρόταση για την σύμπραξη την έκανα με πολύ λαχτάρα, γιατί αλήθεια θεωρώ ότι είναι ένα πολύ καλό σχήμα, φρέσκο, και όπως του πρέπει. Τι άλλο να πω; Έχετε δει τι ωραίο που θα είναι το CD τους; Να έρθετε, και να πάρετε κιόλας!
Τι έχει λοιπόν το “Everyone Seems…” που δεν υπήρχε στις προηγούμενες δουλειές σου; Υπάρχει κάποια αλλαγή καλλιτεχνικής κατεύθυνσης;
Σε αυτή την δουλειά, δούλεψα με παραγωγό τον Ευριπίδη Ζεμενίδη, οπότε το 85% του τι ακούτε, από παραγωγή, ενορχήστρωση, επίβλεψη, κιθάρες, κρουστά, πλήκτρα, όλα, είναι δικά του. Αυτό και μόνο, την κάνει πολύ διαφορετική από την πρώτη μου δουλειά, στην οποία όλη την παραγωγή, την αποφάσισα εγώ. Το κοινό στοιχείο είναι ο φανταστικός μου κύριος Γιάννης Λαμπρόπουλος, που έχουμε πλέον 2 στα 2, στουντιακά, και τον εμπιστεύομαι όσο κανέναν με την φωνή μου. Η άλλη μεγάλη διαφορά, είναι ότι σε αυτή εδώ την θεματολογία, στιχουργικά, δεν κρύβομαι τόσο, όσο στον πρώτο μου δίσκο, και οι ιστορίες μου είναι εντελώς προσωπικές και υπαρκτές (εντάξει, δεν έχω σκοτώσει κανένα – “Daughter of Storm and Bad Wine”) και κατά βάση, ερωτικού προσανατολισμού. Νομίζω ότι, γράφω πιο… συμπαγή κομμάτια, πια. Πιo τραγούδια! Ίσως να φταίει το δεύτερο μεταπτυχιακό μου, που ολοκλήρωσα παράλληλα με τις ηχογραφήσεις (στην τραγουδοποιία, στην Αγγλία – τώρα βγάζει λίγο νόημα η τετραετής καθυστέρηση, ε;), ίσως να έμαθα πολλά από την… όχι και τόσο θερμή υποδοχή του “Home” (που γενικά έχει αποσπάσει πολύ καλές κριτικές, αλλά θεωρείται δύστροπος δίσκος), ίσως να ωρίμασα εγώ.
Θεωρείς τον εαυτό σου μέρος μια ευρύτερης σκηνής της Αθήνας ή της Ελλάδας; Υπάρχουν εγχώριοι καλλιτέχνες που ξεχωρίζεις;
Θεωρώ ότι είμαι πέρα για πέρα Αθηναία, αν και από μόνη μου, και με την μπάντα, γελάμε, γιατί τα κομμάτια μου είναι στην ουσία καρσιλαμάδες και πωγωνίσια συρτά στα τρία, σε pop εκδοχή (γενικά υπάρχει πολύ το ελληνικό παραδοσιακό στην… τεχνική της τραγουδοποιίας μου, απλά καμουφλάρεται μάλλον από τα χρόνια της αγγλόφωνης αγάπης), αλλά το άγχος που διατρέχει εμένα και τις ιστορίες μου, νομίζω ότι είναι της Αθήνας, πέρα ως πέρα. Από τους εδώ καλλιτέχνες ξεχωρίζω την πιο σκληρή σκηνή, και τους θαυμάζω όλους (δεν θέλω να γράψω ονόματα, γιατι είναι πολλά και δεν θέλω να μην τους αναφέρω όλους, και εξού, να μακροσκελίσω το κείμενο), θαυμάζω την «αδελφή» μου, Ειρήνη Κετικίδη, και σέβομαι πάρα πολύ όλα τα παιδιά που προσπαθούν στον αγγλόφωνο, και κάνουν ακόμα και αυτούς τους δύσκολους καιρούς, μουσική, δισκογραφία και live. Αλλά και τους ελληνόφωνους ανεξάρτητους, παλαβούς. Δεν συμπαθώ καθόλου τους δήθεν, αυτούς που δηλώνουν κάτι που δεν είναι, αυτούς που δηλαδή λένε ότι παίζουν stoner που δεν είναι stoner, αυτούς που λένε ότι είναι τραγουδοποιοί, και έχουν γράψει μισό τραγούδι.
Πώς ήταν η συμμετοχή στο Jumping Fish contest; Μέχρι τελευταία στιγμή κονταροχτυπήθηκες με τους άλλους συμμετέχοντες και –όπως μου δόθηκε να καταλάβω- για λίγο έχασες την πρωτιά. Σε απογοήτευσε λίγο όλο αυτό ή και μόνο η εμπειρία της συμμετοχής στον διαγωνισμό και της προβολής μέσω αυτού είναι αρκετή για να αισθάνεσαι ευγνωμοσύνη για ό,τι συνέβη;
Να απαντήσω ένα «ναι σε όλα» να αποφύγουμε το δράμα; Ήταν μία πάρα πολύ ψυχοφθόρα διαδικασία, και μου κόστισε πάρα πολύ από θέμα κούρασης, και με πήγε πολύ πίσω σαν άνθρωπο, και δισκογραφικά. Η προβολή ήταν λίγο πλασματική, αφού σε παίζουν για δυόμιση μήνες 3-4 πολύ σημαντικά ραδιόφωνα, και μετά δεν υπάρχεις πια. Όπως και με τους προηγούμενους διαγωνισμούς που έχω πάρει μέρος, γιατί πάντα ήθελα πολύ το έπαθλο, αυτό που κέρδισα τελικά, κι ας έφτασα πάντα στην πηγή, χωρίς να πιώ νερό, είναι ότι μίλησα με έναν-προς-έναν τους φίλους μου στα social media. Και αυτό είναι κάτι υπέροχο. Έχω δύο προφίλ και μια σελίδα καλλιτέχνη, και είμαι περήφανη, ότι με ένα μεγάλο ποσοστό από αυτούς, εχω ουσιαστική επικοινωνία. Για να μην είμαι αχάριστη, κέρδισα την εκτίμηση κάποιον ανθρώπων που διαφορετικά δεν θα με γνώριζαν, και ευχαριστώ ξανά και ξανά και την υπεύθυνη του διαγωνισμού, και φυσικά την Μαίρη Συνατσάκη για την πρόταση.
Γενικά ποια είναι η θέση σου σχετικά με το όλο concept των μουσικών διαγωνισμών; Μπορεί η μουσική να μπει σε τέτοιες διαδικασίες ανταγωνισμού; Δεν είναι λίγο οξύμωρο όλο αυτό;
Δεν θεωρώ ότι υπάρχει διαγωνιστικό, καλλιτεχνικά και μουσικά, μέρος. Όλοι οι διαγωνισμοί που γίνονται μέσω internet, είναι διαγωνισμοί know-how. Αυτό έμαθα, εν τέλει. Δεν διαγωνίζεσαι στο πόσο καλός καλλιτέχνης είσαι, διαγωνίζεσαι στο αν θα καταφέρεις να πάρεις το έπαθλο. Δεν νομίζω ότι υπάρχει θέμα ανταγωνισμού τέχνης. Υπάρχουν κάποιοι πάροχοι, που έχουν κάποιο είτε slot είτε οικονομικό ή promo έπαθλο, που αφενός συμφέρει αυτούς, αφετέρου τον καλλιτέχνη. Θεωρώ ότι καλώς γίνονται, αν γίνονται με γνώμονα να βοηθηθεί η σκηνή (και πιστεύω πως τα παιδια στο Jumping Fish, για παράδειγμα, έχουν όλη την καλή πρόθεση και διάθεση), αλλά ότι είναι πολύ ψυχοφθόροι για κάποιον ας πούμε σαν εμένα, που είμαι και λίγο παλαιάς κοπής. Εν τέλει, ναι, οφείλω να ομολογήσω ότι είναι οξύμωρο, και ναι, δεν θα το ξαναέκανα.
Τι ακολουθεί μετά τη συναυλία του six d.o.g.s; Τι άλλα πλάνα υπάρχουν για την προώθηση του “Everyone Seems…”;
Υπάρχουν σε εκκρεμότητα πολλές ημερομηνίες για την επαρχία, και έχουμε σκοπό να είμαστε όπου γής και πατρίς, όλο το καλοκαίρι και αρχές φθινοπώρου, αφού από την περσινή περιοδεία έχουμε πολύ καλές σχέσεις με τις μεγάλες και μικρότερες πόλεις, στην χώρα μας. Για εξωτερικό, φέτος, δεν γίνεται λόγος, γιατί εκκρεμεί να ολοκληρώσω τον επόμενο δίσκο, που έχει μείνει μισός. Έχουμε επίσης, άλλα δύο videos να ανεβάσουμε στο youtube, αφού τα τρία πρώτα είναι ήδη εκεί έξω, και θα βιντεοσκοπήσουμε το live της Τετάρτης, ώστε να… ξαναζήσουμε όλοι την ωραία βραδιά.
Σου δίνω τις τελευταίες λέξεις για να ευχαριστήσεις όποιους νομίζεις πως βοήθησαν να φτάσεις μέχρι εδώ.
Αφενός, είναι όλοι γραμμένοι στο thank you μέρος, στα credits. Αστειεύομαι (not). Θέλω να ευχαριστήσω πάρα πολύ τους γονείς μου, που με βοήθησαν πάρα πολύ, από το να μου φέρνουν φαγητό να μην μαγειρεύω, στο να μου κάνει η μαμά την μπουγάδα, στο να με ξελασπώνουν με την ΔΕΗ, όλα αυτά. Και τους μαθητές μου, που με ανέχτηκαν, ειδικά την περίοδο του διαγωνισμού και εκ τότε, που τα νεύρα μου τα χρειάστηκαν. Τους συναδέλφους μου, που έχουμε παίξει κατά καιρούς μαζί, και κυρίως τα παιδιά που έχουν περάσει από το σχήμα μου, Νίκο Βλάχο, Ιλιάνα Κορέτση, Ντένη Μόρφη, Γιώργο Λαγογιάνη, Ειρήνη Κετικίδη, Αντρε Νικάκη, και τους Γιώργο Κωστόπουλο και Γιάννη Λαμπρόπουλο που μας ηχοκρατούν. Επίσης, τον ξάδελφο μου, Μάνο Γεωργακόπουλο, που τον ευχαριστώ για όλα, μα όλα. Την Λιτώ, που μου έφτιαξε την Οκτάβια, το video. Ολους τους ανθρώπους που κατά καιρούς με καλέσαν να παίξω στους χώρους ή στις διοργανώσεις τους. Ακόμα και τους ευγενέστατους φίλους που μας είχαν φιλοξενήσει, σε Σπάρτη, Κήθυρα, Κρήτη, Θεσσαλονίκη, Γιάννενα, Βόλο… Όλους, όλους… Θα ξεχάσω κόσμο και είναι κρίμα. Όπως λέω και στο CD, όλους εσας που “you keep me going”. Και ακόμα πιο πολύ, όλους εσάς που δεν πιστεύετε σε μένα, που συνεχίζετε να με υποτιμάτε, και συνεχίζετε να μην πιστεύετε σε μένα. Επιτέλους, έμαθα να σας αγνοώ, και αυτό σίγουρα θα με παει εκεί που θέλω να φτάσω. Και φυσικά ευχαριστω πολύ εσάς για τον χρόνο που διαθέσατε να με ρωτήσετε, και εσάς που με διαβάζετε τόση ώρα! Καλή αντάμωση την Τετάρτη!