Mark Lanegan σημαίνει εγγύηση. Ξεκινάμε απ’ αυτό. Και καταλήγουμε στην ποιότητα. Ο ζήλος του αξία που δεν στέκει απαρατήρητη. Δεν έπαθα πλάκα παραπάνω απ’ αυτήν που έχω πάθει μαζί του, αλλά με συνεπήρε για ακόμη μία φορά. Και εννοείται πως αν και με προβλημάτισε, με ευχαρίστησε εξίσου αντίστοιχα.
“Death Head’s Tattoo”. Από τρόμο… τον πήρα αρχικά. Alternative rock σε σκοτάδι. Με post ίχνη. “The devil you know, he won’t let you go” με ηλεκτρονικό τον απόηχο. Άγαλμα έμεινα για λίγο. Κατά το “Nocturne” τον αναγνωρίζω. Εννοείται πως μου έλειψε! Και τον ανεβάζω και πάλι σε level. Παλεύει με τη μοναχικότητά του, είναι ξεκάθαρο. Διαβάζω για τις συνεργασίες που έκανε στο εν λόγω album. Κοπιάρω. Josh Homme, Greg Dulli, Duke Garwood, Rob Marshall. Τα διαόλια του ξεχύνονται σε μια “Blue Blue Sea” μπαλάντα που ακούγεται σαν προσευχή. Ή και αφιέρωση. “Behive” συγκινητικά “just gets me stoned”.
“Sister”,πανηγυρικά με κερδίζει σαν ένα psychedelic jazz που περιέχει hammond και σαξόφωνο. Ναι του πάνε πολύ τα γυναικεία φωνητικά που σιγοτραγουδούν παρέα του “set the sky on fire, the savage kingdom is blind”. “Emperpor” να ανεβάζει τους χτύπους απλά, συνετά, άνετα και απαρατήρητα. “Goodbye To Beauty” μέτριο για να μην παραπλανιόμαστε μα τελετουργικά καταθέτει φόρο τιμής στην ομορφιά. “Drunk On Destruction”, μουσικά κουρδίζει. Κινηματογραφική η ηχητική, σε ταξιδεύει νοερά. Ανάλαφρο το “First Day Of Winter” περνάει επίσης κάπως απαρατήρητο. Κομψό, ευχάριστο και καμαρωτό το “Old Swan” θα κλείσει το δίσκο με όση ένταση χρειάζεται για να παραμείνουμε ήρεμοι και σκεπτικοί. Και να πατήσουμε το repeat.
Η περίληψη τον πετυχαίνει στα 52 του χρόνια, στον δέκατο full–length δίσκο του και τέταρτο για τα τελευταία πέντε, στην ακολασία που τον κυριαρχεί, στις όμορφες και σωστικές στιγμές που κρύβει η βαρύτονη φωνή του και στην παραλυσία που προσφέρει η dark θεματολογία του.