Οι Bonfire είναι ένα από αυτά τα σχήματα που μεσουράνησαν στα ‘80s, όμως δεν έπαψαν στιγμή να παρουσιάζουν συνέπεια και ποιότητα στις δουλειές τους. Με 13 παρακαλώ δισκογραφικές κυκλοφορίες (15, αν μετρήσεις και τις δύο που κυκλοφόρησαν, ένόσο η μπάντα ακόμη άκουγε στο όνομα Cacumen), τελευταία εκ των οποίων, το πολύ δυνατό “Glorious” του 2015, αλλά και με τον David Reece, στη θέση πίσω από το μικρόφωνο (για όσους δεν γνωρίζουν, έχει περάσει και από τις τάξεις των αιειθαλών Accept), οι melodic rockers Bonfire, βγήκαν και πάλι στον δρόμο, συμπεριλαμβάνοντας στις στάσεις τους και το Αθηναϊκό Κυτταρο Live.
Ανταπόκριση/Φωτογραφίες: Αναστασία Παπαδάκη (περισσότερες φωτογραφίες εδώ)
Έχοντας παρακολουθήσει την μπάντα ζωντανά και την παραμονή της Αθηναϊκής τους εμφάνισης, στο Rock on the Beach Festival, στην Παραλία Αγγελοχωρίου (λίγο έξω από τη Θεσσαλονίκη), ήξερα τι περίπου να περιμένω και δεν διαψεύστηκα. Γύρω στις 22:30, το Γερμανικό rock κουιντέτο έκανε την εμφάνισή του στη σκηνή και δεν άργησε να δείξει τις (καθομολογουμένως άγριες) ορέξεις του. “21 Guns Salute” και “Nothin’ At All” σέρνουν τον χωρό και η βραδιά παίρνει φωτιά.
Το –λιγοστό δυστυχώς- κοινό, των περίπου 150 ατόμων, δεν αργεί να μπει στο κλίμα, δείχνοντας τη λατρεία του και τραγουδώντας τους περισσότερους στίχους, από το setlist της παρέας του Hans Ziller (μοναδικός εναπομείναντας της αρχικής σύνθεσης των Bonfire), πράγμα στο οποίο βοήθησε και η δυναμική παρουσία του David Reece, που έδειχνε να είναι σε μία πολύ καλή βραδιά, μεταδίδοντας την ενέργειά του στο κοινό, αλλά και “καρφώνοντας” κάθε νότα με τη χαρακτηριστικά γρεζάτη φωνή του.
Το encore με το “Sweet Home Alabama” (μία μέρα πριν, στη Θεσσαλονίκη, το εκτέλεσαν με τη συνοδεία του Δημήτρη Σταρόβα στις κιθάρες) αλλά και το εμβληματικό “You Make Me Feel” επισφράγισαν μία –αν μη τι άλλο- ποιοτική hard rock βραδιά, αλλά και μία τιμιότατη εμφάνιση, ενός σχήματος που δείχνει πως ακόμη “το κρατάει αληθινό”. Οι ίδιοι μας ευχαρίστησαν πολλές φορές, λέγοντας μάλιστα πως είμαστε το καλύτερο κοινό (τι εννοείς “σε όλους τα ίδια λένε”;) και αποχώρησαν με το χαμόγελο στα πρόσωπά τους.
Οι Addiction, που άνοιξαν τη βραδιά, επιδιδώμενοι στο sleazy glam rock τους, έδειξαν μία ελαφριά απειρία (ήταν άλλωστε η πρώτη τους εμφάνιση ever), όμως τόσο με την κινητικότητα και την μεταδοτική ενέργειά τους, όσο και με τις –σε γενικές γραμμές- άρτιες εκτελέσεις δικού τους υλικού, αλλά και δύο όμορφων διασκευών στα “Rebel Yell” (Billy Idol) και “It’s So Easy” (Guns N’ Roses), μας έδειξαν πως αποτελούν ελπίδα για το μέλλον της σκηνής τους. Τους ευχόμαστε τα καλύτερα.
Οι δε Sorrowful Angels του Διονύση Χριστοδουλάτου, αν και αποτέλεσαν τη μοναδική… “παραφωνία” της βραδιάς, λόγω του ετερόκλητου μουσικού τους στυλ, απέδωσαν στην εντέλεια παλαιότερο και νέο υλικό (από το επερχόμενο “Remedie” full length album), δίνοντάς μας το πρώτο συναυλιακό στίγμα του νέου, σκοτεινού και άκρως μελωδικού μουσικού στυλ τους. Πολλοί ίσως βιάστηκαν να θεωρήσουν την επιλογή τους, για τη συγκεκριμένη συναυλία ως άστοχη, όμως εκείνοι, αδιαφορώντας πλήρως για αυτό, με την εξαιρετική τους απόδοση και τη νέα τους σύνθεση (ίσως την καλύτερη μέχρι σήμερα), συμπαρέσυραν το πλήθος στους ρυθμούς και τις μελωδίες τους, κερδίζοντας το χειροκρότημα, σε μία πολλά υποσχόμενη για το μέλλον εμφάνιση.