Το “Now We Are Infinite” αποτελεί το άκρως αισιόδοξο ντεμπούτο album των I Saw 43 Sunsets, ενός συγκροτήματος του οποίου το μουσικό ύφος παραπέμπει σε ταξιδιάρικους προορισμούς όμοιους του ονόματος του. Φαντάσου μαγευτικά τοπία, ρομαντικά χρωματισμένα από το φως του δύοντος ηλίου. Roadtrip διαδρομές συνοδευόμενες από πληθώρα μουσικών ηχοχρωμάτων προερχόμενων από τα ’80s εώς τις αρχές των ’00s.
O δίσκος ξεκινάει με το “1+1” ένα κομμάτι που αχρικά μας ταξιδεύει στην αρχή των 90’s με μια εισαγωγή που θυμίζει αρκετά Slint, προκειμένου στην πορεία να ανατρέψει τα πάντα και να μας προσγειώσει απότομα στην indie rock σκηνή των ’00’s. Έπειτα ακολουθεί το “Not A Slogan”, ένα από τα highlights ολόκληρου του δίσκου. Η ατμόσφαιρα χαλαρώνει κι αποκτά μια αίσθηση ανεμελιάς, με τον ήχο της φυσαρμόνικας να συνοδεύει τα ήρεμα μουσικά παιξίματα του συγκροτήματος. Οι τόνοι ανεβαίνουν με το “Everything”, ενός τραγουδιού που πραγματεύεται την διαδικασία αποδοχής της λήξης μια σχέσης, παρουσιάζοντας σε fast-forward την αίσθηση της απόρριψης και της προδοσίας που εν συνεχεία ακολουθείται από την αντίκρυση της πραγματικότητας και την συνειδητοποίση του θανάτου της περασμένης σχέσης, αφού η ζωή συνεχίζεται, και συνήθως όχι συγχρονισμένα και για τα δύο μέλη του παρελθοντικού δεσμού. Κάποιος προχωράει, ενώ ο άλλος μένει μόνος (έστω και παροδικά) με μοναδική την αίσθηση ενός ακάλυπτου κενού. Ακολουθεί το “Circles”, με όμοια θεματολογία κι επίσης ένα από τα κομμάτια του δίσκου που ξεχωρίζουν. Η ένταση του “Everything” όμως υποχωρεί και οι τόνοι πέφτουν, με μπασογραμμές που θυμίζουν αρκετά Interpol. Highlight του δίσκου αποτελεί επίσης και το “First Winter”, ένα τραγούδι που παρά το γεγονός ότι αναφέρεται σε μια εποχή πιο παγερή διακατέχεται από μια ζεστασία με τον συνδυασμό των γυναικείων φωνητικών να προσθέτει μια γλυκύτητα στον ήχο.
Αν κάτι χρήζει προσοχής, αυτό είναι ο τρόπος με τον οποίο το συγκρότημα έχει κατορθώσει τον συνδυασμό και την ενσωμάτωση διαφόρων μουσικών επιρροών με αποτέλεσμα ο ήχος τους να μην τυποποιείται. Από κομμάτι σε κομμάτι το μουσικού ύφος μεταβάλλεται με αποτέλεσμα ο ακροατής να μένει προσηλωμένος στον ήχο και να μην ‘χάνεται’ σε μουσικούς ρυθμούς που φαντάζουν πανομοιότυποι μεταξύ τους. Ιδιαίτερα light-hearted vibes και αέρινη χαλαρώτητα φέρει το “Half Breathing” το οποίο θυμίζει αρκετά τη μέση φάση R.E.M. με ένα τρόπο ευχάριστο κι άκρως αισιόδοξο. Ο δίσκος κλείνει με μια κυκλική μουσική δομή με το “Thin Line”, που έχει επιρροές από Slint όπως ακριβώς και η έναρξη.
Αξιοθαύμαστη είναι και η DIY προσπάθεια του συγκροτήματος, που τίμησε με τον καλύτερο τρόπο τις αρχές του μουσικού είδους που υποστηρίζει. Με την ελευθερία που αυτή η απόφαση τους παρείχε, κατάφεραν να διαμορφώσουν μια όμορφη ηχητικά δουλειά, ιδιαίτερα εύηχη κι ευχάριστη στο αυτί του ακροατή, ενώ παράλληλα ικανοποιητική και προσωπική για τους ιδίους, αφού δεν υπήρχαν εξωτερικές επεμβάσεις. Περιμένουμε να ακούσουμε κι άλλες δουλειές σας!