Με αμφιλεγόμενα συναισθήματα και σκέψεις έφυγα από το Χ-Βattery Club το βράδυ της Τρίτης… Ο καιρός ήταν ήδη σχετικά άσχημος και δυσκόλεψε την μετακίνηση μου στο συγκεκριμένο μαγαζί, όπως υποθέτω και πολλών άλλων…
Aνταπόκριση: Silvia Eos / Φωτογραφίες: Αθηνά-Μαρία Καρπαθιωτάκη (περισσότερες εδώ)
Αρκετή ώρα μετά τις 9:00, που ήταν η ώρα έναρξης του live, ανέβηκαν στην σκηνή οι Glimmer Void. Με γοργά βήματα και με ένα εντυπωσιακό σύνολο οργάνων ξεκίνησαν να παίζουν. Θεωρώ πως αν η συγκεκριμένη μπάντα είχε περισσότερη ώρα και λιγότερο άγχος θα απέδιδαν σίγουρα καλύτερα. Παρ’ όλα αυτά τα φωνητικά της – ολίγον αγχωμένης ή πιεσμένης – Thalia Makri ήταν εξαιρετικά και ηχούσαν σε ολόκληρο το μαγαζί με ευκολία. Αν και ήταν πιο δυνατά απ’ ότι θα έπρεπε και κατά κάποιο τρόπο επισκίαζαν τα υπόλοιπα όργανα, ήταν σωστά και προσωπικά δεν εντόπισα λάθος. Οι μελωδίες ήταν πολύ καλές και ευχάριστες ειδικά για άνοιγμα συναυλίας, υπό το κλίμα της ημέρας, αλλά δεν ξέρω κατά πόσο ταίριαζε το «ethereal» μουσικό κομμάτι τους με το αυστηρό neofolk backround των Death Ιn June. Χωρίς καν να το καταλάβω και με περίσσεια βιασύνη, με σκοπό να διευκολύνουν την διοργάνωση, οι Glimmer Void, αφού έπαιξαν και κάποια καινούργια κομμάτια τους, κατέβηκαν από την σκηνή και έδωσαν την θέση τους στους headliners.
Δεν χρειάζονται πολλές συστάσεις για τους Death In June. Όσοι αγαπούν το είδος γνωρίζουν ήδη ότι είναι από τις μπάντες «στηλοβάτες» του και το μακροβιότερο από τα προσωπικά σχήματα του Douglas P. Θα μπορούσε κανείς με ευκολία να πει ότι μπάντες σαν αυτούς είναι σταθερές αξίες στον χώρο και βλέποντας και μόνο το όνομα κάποιος ήδη ξέρει τι ακριβώς πάει να παρακολουθήσει. Μετά από την καθιερωμένη αναμονή και αρκετά intro κομμάτια υπό ένα κλίμα ανατριχίλας ανέβηκαν στην σκηνή με το κοινό να φωνάζει όσο πιο δυνατά γινόταν προς τιμήν τους. Με ένα αυστηρό στρατιωτικό ρυθμό ξεκίνησαν να γεμίζουν το club με τον ήχο τους. Η εμφάνιση τους σφραγίστηκε από την στιγμή που ο Douglas έβγαλε την μάσκα και πήρε στην αγκαλιά του την κιθάρα του. Εν τέλει και παρ’ όλες τις δυσκολίες με τον υπερβολικά δυνατό ήχο αλλά και την περίεργη ακουστική του χώρου το setlist τους αποδόθηκε καταπληκτικά με κομμάτια από το παρελθόν να στοιχειώνουν και να βγάζουν στην επιφάνεια τις πιο σκοτεινές μας σκέψεις και αναμνήσεις.
Με το που ήχησε το κλασικό “Little Black Angel” όλοι μπήκαμε στην τάφρο του μυαλού του Douglas με σκοπό να βυθιστούμε σε αυτή για το υπόλοιπο της βραδιάς. Ενώ αρχικά το κλίμα του μαγαζιού δεν με «βοηθούσε» να δημιουργήσω την διάθεση, που θα ήθελα, στο μυαλό μου με το που εμφανίστηκαν οι Death In June ο χώρος ήταν κάτι, που δεν με απασχολούσε καν. Από την άλλη πλευρά, πέρα από το δέος του γεγονότος, ότι είχα τους Death In June μπροστά μου κάποιες στιγμές κατά την διάρκεια του live η διάθεση μου ήταν – σχεδόν – σε μέτριο επίπεδο. Με ενθουσιασμό για το γεγονός, ότι μόλις είδα μια μπάντα-θρύλο, κατά γενική ομολογία τα συναισθήματα μου ήταν ανάμικτα χωρίς πραγματικά να μπορώ να εκφράσω κάτι συγκεκριμένο… Χωρίς να μπορώ να προσδιορίσω τι ένιωθα γιατί άλλο το τι νιώθει κάποιος για μια εμπειρία και άλλο τι θα μπορούσε να σχολιάσει…